Μικρή, όταν σχολούσα από το δημοτικό, με πρόσεχε η γιαγιά μου μέχρι να τελειώσουν οι γονείς μου από το γραφείο και να πάμε όλοι μαζί σπίτι. Εκεί, μετά το σχόλασμα και πριν το μεσημεριανό, παίρναμε με τη γιαγιά Ελένη το μεταλλικό καρότσι με τις μπλε (ενίοτε πράσινες) ρόδες και πηγαίναμε στη λαϊκή. Χρώματα, μυρωδιές, γεύσεις, φωνές, χαιρετούρες (η γιαγιά μου ήταν πολύ αγαπητή και στη λαϊκή σταματούσαν όλοι να τη χαιρετίσουν – στα μάτια μου ήταν κάτι σαν λόκαλ σελέμπριτι η γιαγιά, μια ινφλουένσερ της εποχής). Έκτοτε, η λαϊκή έμεινε για μένα μια αγαπημένη συνήθεια, οριακά ιεροτελεστία. Όταν έμεινα μόνη μου, πήγαινα ευλαβικά κάθε Σάββατο στην Καλλιδρομίου να πάρω λουλούδια και όλα τα ζαρζαβατικά της εποχής. Ακόμα και τώρα, μόνο έτσι καταλαβαίνω την εποχικότητα των φρούτων και των λαχανικών. Πλέον η λαϊκή της νέας γειτονιάς είναι κάθε Παρασκευή, οπότε δεν προλαβαίνω να τη συνδυάζω με τη δουλειά, όποτε όμως ξεκλέψω μια ώρα, παίρνω το κόκκινο πουά καρότσι μου (η μεταμοντέρνα ποπ Yayoi Kusama εκδοχή του καροτσιού της γιαγιάς μου) και ανηφορίζω την Αρχιμήδους. Αυτή την Παρασκευή, τα πορτοκάλια ξεχείλιζαν στους πάγκους και πήρα μερικά για χυμό. Φτάνοντας σπίτι, λαχτάρισα να φτιάξω ένα κλασικό μαμαδέ κέηκ πορτοκαλιού, ομάζ στη γιαγιά και τις βόλτες μας στη λαϊκή.

Ψάχνοντας για συνταγές, βρήκα μια παραλλαγή με ολόκληρο το πορτοκάλι (ναι, ολόκληρο), σοκολάτα και λάδι, αντί για βούτυρο.

Τα τάαααααα!

(more…)